Greek Meaning of scissions

διαιρέσεις

Other Greek words related to διαιρέσεις

Definitions and Meaning of scissions in English

scissions

a division or split in a group or union, an action or process of cutting, dividing, or splitting

FAQs About the word scissions

διαιρέσεις

a division or split in a group or union, an action or process of cutting, dividing, or splitting

χωρισμοί,Διαλύσεις,τμήματα,σχίσματα,διαχωρισμοί,διαχωρισμοί,αποσυνθέσεις,ρήξεις,υποδιαιρέσεις,παραβάσεις

ενώσεις,Ενοποιήσεις,Συνδικάτα,συναρμολογήσεις,συνημμένα,συνδυασμοί,συνδέσεις,συγχωνεύσεις,Σύνδεσμοι,συναθροίσεις

scions => Απόγονοι, scintillations => σπινθηροβολισμοί, scintillates => σπινθηρίζει, scintillas => σπινθήρες, sciences => επιστήμες,