Greek Meaning of runic
ρου νικός
Other Greek words related to ρου νικός
- ποίημα
- τραγούδι
- Στίχοι
- ομοιοκαταληξία
- πάχνη
- Σονέτο
- Στίχος
- μπαλάντα
- λευκό στίχο
- διθύραμβος
- είδυλλίο
- ελεγεία
- Αγγλικό σονέτο
- επικός
- Επίγραμμα
- επωδός
- έπος
- έπος
- Ελεύθερος στίχος
- χαϊκού
- ειδυλλιακός
- ειδυλλιακό
- κουδούνισμα
- τοποθετώ
- limerick
- μαδριγάλι
- ωδή
- Ποιμενικός
- ποιμενικό
- Ποίηση
- ποίηση
- ψαλμός
- ροντώ
- Ροντέλ
- Ροντέλ
- Τάνκα
- Τριολέτο
- στιχοπλοκία
- Βιλανέλα
Nearest Words of runic
Definitions and Meaning of runic in English
runic (a)
relating to or consisting of runes
runic (a.)
Of or pertaining to a rune, to runes, or to the Norsemen; as, runic verses; runic letters; runic names; runic rhyme.
FAQs About the word runic
ρου νικός
relating to or consisting of runesOf or pertaining to a rune, to runes, or to the Norsemen; as, runic verses; runic letters; runic names; runic rhyme.
ποίημα,τραγούδι,Στίχοι,ομοιοκαταληξία,πάχνη,Σονέτο,Στίχος,μπαλάντα,λευκό στίχο,διθύραμβος
No antonyms found.
runghead => σκάλα, rung => σκαλοπάτι, runer => δρομέας, rune => ρούνος, run-down => ετοιμόρροπος,