FAQs About the word runabout

ταχύπλοο

an open automobile having a front seat and a rumble seat

Καμπίνα όχημα αναψυχής,καταδρομικό,Σεντάν,Υδροπτέρυγο,Μηχανοκίνητο σκάφος αναψυχής,Σκαφος,Σκάφος αναψυχής,Ταχύπλοο,αθλητικός ψαράς,Μυρωδάτη χελώνα

No antonyms found.

run up => τρέχω επάνω, run through => τρέχω μέσα, run short => Τελειώνω, run roughshod => καταπατώ, run over => παρασύρω,