Greek Meaning of roundish
στρογγυλός
Other Greek words related to στρογγυλός
- βολβώδης
- κυκλικός
- σφαιρικός
- στρογγυλός
- στρογγυλεμένο
- σφαιρικός
- Δακτυλιοειδής
- κουλουριασμένος
- καμπύλος
- κυλινδρικός
- Κυλινδρικός
- δισκοειδής
- Δισκοειδής
- δισκοειδής
- Ελλειπτικός
- παγκόσμιος
- παραλληλόγραμμο
- ωοειδής
- ωοειδής
- ωοειδής
- δακτυλιοειδής
- γύρος
- δισκοειδής
- ελλειπτικός
- Δακτυλιοειδής
- βρόχος
- Ελλειψοειδές
- σπείρα
Nearest Words of roundish
- rounding error => Σφάλμα στρογγυλοποίησης
- rounding => στρογγυλοποίηση
- roundhouse => Στρόγγυλο αμαξοστάσιο
- round-headed leek => Στρογγυλό πράσο
- roundheaded => στρογγυλοκέφαλος
- roundhead => στρογγυλοκέφαλος
- round-fruited => στρογγυλοκάρπιος
- roundfish => Στρογγυλά ψάρια
- round-faced => στρόγγυλοπρόσωπος
- round-eyed => στρογγυλόφθαλμος
- round-leaved rein orchid => Ορχιδέα με στρογγυλά φύλλα
- roundlet => στρογγυλό
- roundly => στρογγυλά
- roundness => στρογγυλότητα
- roundridge => Ράουντριτζ
- round-shouldered => καμπούρης
- roundsman => περιπολάρχης
- round-spored gyromitra => Μορτσέλα
- roundtable => τραπέζι στρογγυλό
- round-table conference => Διάσκεψη στρογγυλής τραπέζης
Definitions and Meaning of roundish in English
roundish (s)
somewhat round in appearance or form
roundish (a.)
Somewhat round; as, a roundish seed; a roundish figure.
FAQs About the word roundish
στρογγυλός
somewhat round in appearance or formSomewhat round; as, a roundish seed; a roundish figure.
βολβώδης,κυκλικός,σφαιρικός,στρογγυλός,στρογγυλεμένο,σφαιρικός,Δακτυλιοειδής,κουλουριασμένος,καμπύλος,κυλινδρικός
Μη σφαιρικός
rounding error => Σφάλμα στρογγυλοποίησης, rounding => στρογγυλοποίηση, roundhouse => Στρόγγυλο αμαξοστάσιο, round-headed leek => Στρογγυλό πράσο, roundheaded => στρογγυλοκέφαλος,