FAQs About the word revised standard version

Αναθεωρημένη Στερεότυπη Έκδοση

a revision of the American Standard Version

No synonyms found.

No antonyms found.

revised => αναθεωρημένο, revise => αναθεωρώ, revisal => αναθεώρηση, revisable => αναθεωρήσιμος, revirescence => αναζωογόνηση,