FAQs About the word repetitioner

επαναλήπτης

One who repeats.

No synonyms found.

No antonyms found.

repetitionary => επαναληπτικός, repetitional => επαναλαμβανόμενος, repetend => ρεπετένδο, reperuse => επαναχρησιμοποίηση, reperusal => επανεξέταση,