Greek Meaning of releasable

απελευθερώσιμος

Other Greek words related to απελευθερώσιμος

Definitions and Meaning of releasable in English

Webster

releasable (a.)

That may be released.

FAQs About the word releasable

απελευθερώσιμος

That may be released.

χαλαρώνω,Απελευθερώ,αέρας,εκφράζω,δωρεάν,άφησε,απελευθερώνω,χαλαρός,άνοιξη,ανοίγω ένα μπουκάλι

έλεγχος,περιορίζω,περιέχει,έλεγχος,Πεζοδρόμιο,κυβερνάω,κρατώ,αναστέλλω,ρυθμίζω,συγκρατώ

relearn => ξαναμαθαίνω, relbun => ρέλμπουν, relaying => σκυταλοδρομία, relay transmitter => Σταθμός αναμετάδοσης, relay station => Σταθμός αναμετάδοσης,