Greek Meaning of pyroelectricity
Πυροηλεκτρισμός
Other Greek words related to Πυροηλεκτρισμός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of pyroelectricity
- pyroelectrical => πυροηλεκτρικός
- pyroelectric => πυροηλεκτρικός
- pyrochemistry => Πυροχημεία
- pyrochemical process => Πυροχημική διαδικασία
- pyrochemical => πυροχημικός
- pyrocephalus rubinus mexicanus => Ποδοκήφηξ του Μεξικού
- pyrocephalus => Βασιλικος (Βραζιλια)
- pyrocellulose => Πυροξυλόζη
- pyrites => Πυρίτης
- pyrite => πυρίτης
Definitions and Meaning of pyroelectricity in English
pyroelectricity (n)
generation of an electric charge on certain crystals (such as tourmaline) as a result of a change in temperature
FAQs About the word pyroelectricity
Πυροηλεκτρισμός
generation of an electric charge on certain crystals (such as tourmaline) as a result of a change in temperature
No synonyms found.
No antonyms found.
pyroelectrical => πυροηλεκτρικός, pyroelectric => πυροηλεκτρικός, pyrochemistry => Πυροχημεία, pyrochemical process => Πυροχημική διαδικασία, pyrochemical => πυροχημικός,