FAQs About the word public servants

Δημόσιοι υπάλληλοι

a governmental official or employee, a government official or employee

αξιωματικοί,αξιωματούχοι,διαχειριστές,επίτροποι,σκηνοθέτες,Εκτελεστικοί,λειτούργοι,διευθυντές,κατέχοντες αξίωμα,γραφειοκράτες

No antonyms found.

public schools => Δημόσια σχολεία, public houses => Ταβέρνες, pub crawler => τύπος της παμπ, PT boats => Σκάφη Τορπιλών, psychs (out) => ψυχικός (έξω),