Greek Meaning of professor
καθηγητής
Other Greek words related to καθηγητής
- κοσμήτορας
- γιατρός
- προπονητής
- δον
- εκπαιδευτικός
- Διευθυντής/ντρια σχολείου
- Εκπαιδευτής
- ομιλητής
- κύριος
- Παιδαγωγός
- καθηγητής
- αναγνώστης
- πρύτανης
- Δάσκαλος
- Δάσκαλος
- Δάσκαλος
- Ακαδημαϊκοί κύκλοι
- ακαδημαϊκός
- Ακαδημαϊκός
- Εκπαιδευτικός
- οδηγός
- γκουρού
- διευθύντρια
- εκπαιδεύτρια
- Ιατρός σε ειδίκευση
- Μέντορας
- παιδαγωγός
- σπασίκλας
- ιεροκήρυκας / ιεροκήρυκας
- δάσκαλος
- ετοιμαστής
- Βασιλικός καθηγητής
- δασκάλα
- Δασκάλα
- δασκάλα
- Φοιτητής δάσκαλος
- προπονητής
- Δασκάλα
Nearest Words of professor
- professionally => Επαγγελματικά
- professionalize => επαγγελματοποιούμε
- professionalization => Τεχνογνωσία
- professionalism => επαγγελματισμός
- professionalise => επαγγελματοποιώ
- professionalisation => εκπαίδευση
- professional wrestling => Επαγγελματική πάλη
- professional tennis player => επαγγελματίας τενίστας
- professional tennis => Επαγγελματικό τένις
- professional relation => Επαγγελματική σχέση
Definitions and Meaning of professor in English
professor (n)
someone who is a member of the faculty at a college or university
FAQs About the word professor
καθηγητής
someone who is a member of the faculty at a college or university
κοσμήτορας,γιατρός,προπονητής,δον,εκπαιδευτικός,Διευθυντής/ντρια σχολείου,Εκπαιδευτής,ομιλητής,κύριος,Παιδαγωγός
No antonyms found.
professionally => Επαγγελματικά, professionalize => επαγγελματοποιούμε, professionalization => Τεχνογνωσία, professionalism => επαγγελματισμός, professionalise => επαγγελματοποιώ,