Greek Meaning of postman
ταχυδρόμος
Other Greek words related to ταχυδρόμος
Nearest Words of postman
- postlude => Μετακοιμήδιο
- post-it => άλλο
- posting => καταχώρηση
- postindustrial => Μεταβιομηχανικός
- post-impressionist => μετα-ιμπρεσιονισμός
- postimpressionist => Μεταϊμπρεσιονισμός
- post-impressionism => Μετα-ιμπρεσιονισμός
- postillion => ταχυδρόμος
- postilion => αμαξάς, ταχυδρόμος
- postictal => μεταεπιληπτικός
- postmark => Ταχυδρομική σφραγίδα
- postmaster => Ταχυδρόμος
- postmaster general => γενικός ταχυδρόμος
- postmature infant => Μεταημερολήπτικο βρέφος
- post-maturity => μεταωριμότητα
- postmenopausal => εμμηνοπαυσιακή
- post-menopause => Μετεμμηνόπαυση
- postmeridian => μεσημέρι
- postmillennial => μεταχιλιετής
- postmistress => διευθύντρια ταχυδρομείου
Definitions and Meaning of postman in English
postman (n)
a man who delivers the mail
FAQs About the word postman
ταχυδρόμος
a man who delivers the mail
ταχυδρόμος,ταχυδρόμος,Ταχυδρόμος,Ταχυδρόμος,Ταχυδρόμος,Ταχυδρόμος,αγγελιαφόρος,διευθύντρια ταχυδρομείου
No antonyms found.
postlude => Μετακοιμήδιο, post-it => άλλο, posting => καταχώρηση, postindustrial => Μεταβιομηχανικός, post-impressionist => μετα-ιμπρεσιονισμός,