Greek Meaning of poshness

κομψότητα

Other Greek words related to κομψότητα

Definitions and Meaning of poshness in English

poshness

typical of or intended for the upper classes, elegant, fashionable, elegant sense 1, fashionable

FAQs About the word poshness

κομψότητα

typical of or intended for the upper classes, elegant, fashionable, elegant sense 1, fashionable

σικ,σικ,ψυχρότητα,στιλ,κομψότητα,Μοντερνισμός,νοημοσύνη,στυλ,κομψότητα,καλοντυμένος

Χυδαιότητα,κιτς,Αδεξιότητα,γκροτέσκο,κολλητικότητα,Άγευστος,φανταχτερός,επιδειξιομανία,Ανεπίκαιρος

poses => πόζες, posers => πόζερηδες, posed (as) => παρουσίασε (ως), pose (as) => (παρουσιάζομαι ως) , ports => θύρες,