Greek Meaning of poll tax
Κεφαλικός φόρος
Other Greek words related to Κεφαλικός φόρος
- κρυφοί φόροι
- Φόρος εισοδήματος
- Φόρος ακινήτων
- Φόρος Πωλήσεων
- φόρος αμαρτίας
- ενιαίος φόρος
- φόρος
- φόρος προστιθεμένης αξίας
- φόρος παρακράτησης
- αξιολόγηση
- κεφαλικός φόρος
- τελωνεία
- Φόρος κληρονομιάς
- Άμεσος φόρος
- Φόρος κληρονομιών
- φόρος κατανάλωσης
- επιβολή
- Φόρος κληρονομιάς
- τέλος
- φορολογία εισοδήματος
- τιμή
- διόδια
- Φόρος τιμής
- καθήκον
- ενιαίος φόρος
- φόρος
- Αναλογικός φόρος
- υπερφορολογία
- επιβάρυνση
- επιπρόσθετος φόρος
Nearest Words of poll tax
Definitions and Meaning of poll tax in English
poll tax (n)
a tax of a fixed amount per person and payable as a requirement for the right to vote
FAQs About the word poll tax
Κεφαλικός φόρος
a tax of a fixed amount per person and payable as a requirement for the right to vote
κρυφοί φόροι,Φόρος εισοδήματος,Φόρος ακινήτων,Φόρος Πωλήσεων,φόρος αμαρτίας,ενιαίος φόρος,φόρος,φόρος προστιθεμένης αξίας,φόρος παρακράτησης,αξιολόγηση
No antonyms found.
poll taker => ερευνητής γνώμης, poll parrot => Παπαγάλος δημοσκοπήσεων, poll => δημοσκόπηση, polka dot => Βούλα, polka => πόλκα,