Greek Meaning of plug into
Συνδέω
Other Greek words related to Συνδέω
- διαφήμιση
- διαφήμιση
- λογαριασμός
- εμπορικός
- μήνυμα
- προαγωγή
- διαφήμιση
- Σημάδι
- κουκκίδα
- λέξη
- διαφημίσεις
- θόρυβος
- πανό
- Πινακίδα
- μετάδοση
- αποστολή
- Υπερβολική διαφήμιση
- μάρκετινγκ
- Πλακάτ
- αφίσα
- προφορά
- προπαγάνδα
- δημοσίευση
- Φουσκωσιά
- Απελευθέρωση
- Αναφορά
- δελτίο
- Μελάνι
- Δελτίο ειδήσεων
- ιστορία
- Μαρτυρία
- γράψτε
Nearest Words of plug into
Definitions and Meaning of plug into in English
plug into (v)
plug into an outlet
FAQs About the word plug into
Συνδέω
plug into an outlet
διαφήμιση,διαφήμιση,λογαριασμός,εμπορικός,μήνυμα,προαγωγή,διαφήμιση,Σημάδι,κουκκίδα,λέξη
απωθητικό,απωθητικό
plug in => συνδέω, plug hat => Καπέλο κορυφής, plug fuse => Πρίζα ασφάλεια, plug board => Πίνακας συνδέσεων, plug away => Δουλεύω σκληρά,