Greek Meaning of plastically
πλαστικά
Other Greek words related to πλαστικά
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of plastically
- plastical => πλαστικός
- plastic wrap => Πλαστική μεμβράνη
- plastic surgery => Πλαστική χειρουργική
- plastic surgeon => Πλαστικός χειρουργός
- plastic laminate => Πλαστικό ελάσματος
- plastic film => Πλαστική μεμβράνη
- plastic bag => πλαστική σακούλα
- plastic art => Καλλιτεχνικά τεχνουργήματα
- plastic => πλαστικό
- plastery => σοβατζής
Definitions and Meaning of plastically in English
plastically (r)
in a plastic manner
plastically (adv.)
In a plastic manner.
FAQs About the word plastically
πλαστικά
in a plastic mannerIn a plastic manner.
No synonyms found.
No antonyms found.
plastical => πλαστικός, plastic wrap => Πλαστική μεμβράνη, plastic surgery => Πλαστική χειρουργική, plastic surgeon => Πλαστικός χειρουργός, plastic laminate => Πλαστικό ελάσματος,