Greek Meaning of plastic art
Καλλιτεχνικά τεχνουργήματα
Other Greek words related to Καλλιτεχνικά τεχνουργήματα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of plastic art
- plastic bag => πλαστική σακούλα
- plastic film => Πλαστική μεμβράνη
- plastic laminate => Πλαστικό ελάσματος
- plastic surgeon => Πλαστικός χειρουργός
- plastic surgery => Πλαστική χειρουργική
- plastic wrap => Πλαστική μεμβράνη
- plastical => πλαστικός
- plastically => πλαστικά
- plasticine => Πλαστελίνη
- plasticise => Πλαστικοποιώ
Definitions and Meaning of plastic art in English
plastic art (n)
the arts of shaping or modeling; carving and sculpture
FAQs About the word plastic art
Καλλιτεχνικά τεχνουργήματα
the arts of shaping or modeling; carving and sculpture
No synonyms found.
No antonyms found.
plastic => πλαστικό, plastery => σοβατζής, plasterwork => Σοβάς, plasterly => σοβαδισμένος, plastering trowel => σπάτουλα σοβά,