Greek Meaning of physical object
Φυσικό αντικείμενο
Other Greek words related to Φυσικό αντικείμενο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of physical object
- physical geography => Φυσική γεωγραφία
- physical fitness => Φυσική κατάσταση
- physical exertion => Σωματική κόπωση
- physical exercise => Σωματική άσκηση
- physical entity => Φυσική οντότητα
- physical education => φυσική αγωγή
- physical contact => σωματική επαφή
- physical condition => Φυσική κατάσταση
- physical composition => Φυσική σύνθεση
- physical chemistry => Φυσική χημεία
- physical pendulum => Φυσική εκκρεμής
- physical phenomenon => Φυσικό φαινόμενο
- physical process => φυσική διαδικασία
- physical property => φυσική ιδιότητα
- physical rehabilitation => φυσική αποκατάσταση
- physical restoration => Σωματική αποκατάσταση
- physical science => Φυσικές επιστήμες
- physical therapist => Φυσικοθεραπευτής
- physical therapy => φυσικοθεραπεία
- physical topology => Φυσική τοπολογία
Definitions and Meaning of physical object in English
physical object (n)
a tangible and visible entity; an entity that can cast a shadow
FAQs About the word physical object
Φυσικό αντικείμενο
a tangible and visible entity; an entity that can cast a shadow
No synonyms found.
No antonyms found.
physical geography => Φυσική γεωγραφία, physical fitness => Φυσική κατάσταση, physical exertion => Σωματική κόπωση, physical exercise => Σωματική άσκηση, physical entity => Φυσική οντότητα,