FAQs About the word pervertible

Εκτρεπόμενος

Capable of being perverted.

No synonyms found.

No antonyms found.

perverted => διεστραμμένος, perversive => διεστραμμένος, perversity => διαστροφή, perversion => Εκτροπή, perverseness => διαστροφή,