Greek Meaning of personality disorder
διαταραχή προσωπικότητας
Other Greek words related to διαταραχή προσωπικότητας
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of personality disorder
- personality assessment => Αξιολόγηση της προσωπικότητας
- personality => προσωπικότητα
- personalities => προσωπικότητες
- personalism => προσωπικισμός
- personalised => εξατομικευμένη
- personalise => εξατομικεύω
- personal representative => Προσωπικός αντιπρόσωπος
- personal relationship => προσωπική σχέση
- personal relation => Προσωπικές σχέσεις
- personal property => Προσωπική περιουσία
- personality inventory => Απογραφή προσωπικότητας
- personality test => Τεστ προσωπικότητας
- personalize => εξατομικεύω
- personalized => εξατομικευμένη
- personalizing => εξατομικεύοντας
- personally => προσωπικά
- personalty => Προσωπικότητα
- personate => προσποιούμαι
- personated => προσωποποιημένος
- personating => υποδυόμενος
Definitions and Meaning of personality disorder in English
personality disorder (n)
inflexible and maladaptive patterns of behavior
FAQs About the word personality disorder
διαταραχή προσωπικότητας
inflexible and maladaptive patterns of behavior
No synonyms found.
No antonyms found.
personality assessment => Αξιολόγηση της προσωπικότητας, personality => προσωπικότητα, personalities => προσωπικότητες, personalism => προσωπικισμός, personalised => εξατομικευμένη,