Greek Meaning of perpend

κάθετος

Other Greek words related to κάθετος

Definitions and Meaning of perpend in English

Webster

perpend (v. t.)

To weight carefully in the mind.

Webster

perpend (v. i.)

To attend; to be attentive.

FAQs About the word perpend

κάθετος

To weight carefully in the mind., To attend; to be attentive.

εξετάζω,αναλογίζομαι,συζήτηση,Διασκέδαση,μάτι,στοχάζομαι,ερώτηση,Μελέτη,ζυγίζω,αναλύω

αδιαφορία,παραβλέπω,ελαφρύ,απολύω,απορρίπτω,υποτιμώ,κακά

peroxidizing => Οξειδώνεται, peroxidized => Υπεροξειδωμένο, peroxide blonde => ξανθό του υπεροξειδίου, peroxide blond => Ξανθό του υπεροξειδίου, peroxide => Υπεροξείδιο,