FAQs About the word pepperer

πιπεριά

A grocer; -- formerly so called because he sold pepper.

τελεία,σπρέι,ράνω,διασκορπίζω,σκορπίζω,σκορπίζω,κουβέρτα,σκόνη,κηλίδα,σπέρνω

No antonyms found.

peppered steak => Μπιφτέκι πιπεράτο, peppered => πιπέρι, peppercorn rent => Ενοίκιο μέ μέγεθος κόκκου πιπεριού, peppercorn => Κόκκος πιπεριού, pepperbrand => Μάρκα πιπεριού,