Greek Meaning of outpart
Εξωτερικό τμήμα
Other Greek words related to Εξωτερικό τμήμα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of outpart
- outparish => Παραπάρθιο
- outparamour => Δεν υπάρχει ισοδύναμο
- outpace => ξεπερνάω
- out-of-town => εκτός πόλης
- out-of-the-way => απομονωμένος
- out-of-the-box thinking => Σκέψη εκτός πλαισίου
- out-of-school => εκτός σχολείου
- out-of-pocket => Από την τσέπη
- out-of-doors => _σε εξωτερικό χώρο_
- out-of-door => έξω από την πόρτα
Definitions and Meaning of outpart in English
outpart (n.)
An outlying part.
FAQs About the word outpart
Εξωτερικό τμήμα
An outlying part.
No synonyms found.
No antonyms found.
outparish => Παραπάρθιο, outparamour => Δεν υπάρχει ισοδύναμο, outpace => ξεπερνάω, out-of-town => εκτός πόλης, out-of-the-way => απομονωμένος,