Greek Meaning of out of work
Άνεργος
Other Greek words related to Άνεργος
Nearest Words of out of work
- out of whack => εκτός τροχιάς
- out of wedlock => Εκτός γάμου
- out of view => εκτός οπτικού πεδίου
- out of true => στραβά
- out of this world => από άλλον κόσμο
- out of thin air => από το πουθενά
- out of the way => μακριά από τον δρόμο
- out of the question => Αποκλείεται
- out of the ordinary => ασυνήθιστο
- out of the blue => ξαφνικά
Definitions and Meaning of out of work in English
out of work (s)
not having a job
FAQs About the word out of work
Άνεργος
not having a job
Ανεργος,Άνεργος,υποαπασχολούμενος,υποαπασχόληση
εργαζόμενος,λειτουργική,Αυτοαπασχολούμενος
out of whack => εκτός τροχιάς, out of wedlock => Εκτός γάμου, out of view => εκτός οπτικού πεδίου, out of true => στραβά, out of this world => από άλλον κόσμο,