Greek Meaning of outact
ξεπερνώ
Other Greek words related to ξεπερνώ
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of outact
- out to => έξω
- out or keeping => Εξωτερικό ή διατηρώντας
- out of work => Άνεργος
- out of whack => εκτός τροχιάς
- out of wedlock => Εκτός γάμου
- out of view => εκτός οπτικού πεδίου
- out of true => στραβά
- out of this world => από άλλον κόσμο
- out of thin air => από το πουθενά
- out of the way => μακριά από τον δρόμο
Definitions and Meaning of outact in English
outact (v. t.)
To do or beyond; to exceed in acting.
FAQs About the word outact
ξεπερνώ
To do or beyond; to exceed in acting.
No synonyms found.
No antonyms found.
out to => έξω, out or keeping => Εξωτερικό ή διατηρώντας, out of work => Άνεργος, out of whack => εκτός τροχιάς, out of wedlock => Εκτός γάμου,