Greek Meaning of nervous breakdown
νευρικό κλονισμό
Other Greek words related to νευρικό κλονισμό
Nearest Words of nervous breakdown
- nervous disorder => νευρική διαταραχή
- nervous exhaustion => Νευρική εξάντληση
- nervous impulse => νευρική ώθηση
- nervous prostration => νευρική κατάρρευση
- nervous strain => Νευρική πίεση
- nervous system => νευρικό σύστημα
- nervous tissue => Νευρικός ιστός
- nervously => νευρικά
- nervousness => νευρικότητα
- nervure => νεύρο
Definitions and Meaning of nervous breakdown in English
nervous breakdown (n)
a severe or incapacitating emotional disorder
FAQs About the word nervous breakdown
νευρικό κλονισμό
a severe or incapacitating emotional disorder
κατανομή,διαταραχή,σπείρα,αναταραχή,συναγερμός,ξυπνητήρι,άγχος,ανησυχία,Απελπιστική κατάσταση,σπάω
ψυχραιμία,ηρεμία,Ψυχραιμία,ψυχρότητα,αταραξία,γαλήνη,γαλήνη,ηρεμία,γαλήνη,ψυχραιμία
nervous => αγχωμένος, nervosity => νευρικότητα, nervose => νευρικός, nervomuscular => νευρομυϊκός, nerving => εκνευριστικός,