FAQs About the word nauseant

Ναυτία

a medicine that induces nausea and vomitingA substance which produces nausea.

Νόσος,ναυτία,Ναυτία,περιεργοτητα,ευαισθησία,Ναυτία ταξιδιού,Νόσος υψόμετρου,Ναυτία κίνησης,Πρωινή ναυτία,Ναυτία

όρεξη,φανταχτερός,χάρη,στοργή,συμπάθεια,αγάπη,προτίμηση,Τάση,γεύση,χρήση

nausea => Ναυτία, nauscopy => Ρινοσκόπηση, nauruan => ναουρουανός, nauru island => Ναουρού, nauru => Ναουρού,