Greek Meaning of nationwide
σε εθνικό επίπεδο
Other Greek words related to σε εθνικό επίπεδο
Nearest Words of nationwide
- native => Γηγενής
- native alaskan => Οι ιθαγενείς της Αλάσκας
- native american => ιθαγενής Αμερικανός
- native australian => ιθαγενείς Αυστραλοί
- native bear => Αρκούδα
- native beech => Οξιά
- native cat => Άγρια γάτα
- native cranberry => το αυτόχθονο κράνμπερι
- native fuchsia => Εγγενής φούξια
- native hawaiian => Γηγενείς Χαβανέζοι
Definitions and Meaning of nationwide in English
nationwide (s)
occurring or extending throughout a country or nation
nationwide (r)
extending throughout an entire nation
FAQs About the word nationwide
σε εθνικό επίπεδο
occurring or extending throughout a country or nation, extending throughout an entire nation
ομοσπονδιακός,εθνικός,Από ακτή σε ακτή,πανελλαδικό,δημοκρατικός,κυβέρνηση,κυβερνητικός,δημοτικός,Δημόσιος,πολιτική
παγκόσμιος,Διεθνής,εξωτερικός,ξένος,εξωγήινος,μη εθνικός
nationhood => εθνικότητα, nationalrath => Εθνική Συνέλευση, nationalness => εθνικότητα, nationally => εθνικά, nationalizing => εθνικοποίηση,