Greek Meaning of money-spinner

χρυσοτόκος όρνιθα

Other Greek words related to χρυσοτόκος όρνιθα

Definitions and Meaning of money-spinner in English

Wordnet

money-spinner (n)

a project that generates a continuous flow of money

FAQs About the word money-spinner

χρυσοτόκος όρνιθα

a project that generates a continuous flow of money

χαρτζιλικώματα,δισεκατομμυριούχος,Καπιταλιστής,Κροίσος,H βαθιά τσέπη,έχω,μεγιστάνας,εκατομμυριούχος,χρήματα,πλούσιος

που δεν έχει,Χρεωκοπία,ζητιάνος,φτωχός

moneys => χρήματα, moneyman => τοκογλύφος, money-making => προσοδοφόρος, moneymaking => κερδοφόρα, money-maker => χρήματα,