Greek Meaning of milieu
Περιβάλλον
Other Greek words related to Περιβάλλον
Nearest Words of milieu
Definitions and Meaning of milieu in English
milieu (n)
the environmental condition
milieu (n.)
Environment.
FAQs About the word milieu
Περιβάλλον
the environmental conditionEnvironment.
ατμόσφαιρα,κλίμα,πλαίσιο,περιβάλλον,περίχωρα,περιβάλλει,το περιβάλλον,περιβαλλοντικό,κλίμα,συνοχή
No antonyms found.
milice => πολιτοφυλακή, miliary tuberculosis => χιλιομετρική φυματίωση, miliary fever => Μιλιαρία, miliary => χιλιοειδής, miliaria => Χρυσή σταφυλόκοκκος,