Greek Meaning of mewls

νιαουρίζει

Other Greek words related to νιαουρίζει

Definitions and Meaning of mewls in English

mewls

to cry weakly

FAQs About the word mewls

νιαουρίζει

to cry weakly

κλαίει,γκρινιάζει,βελάζει,στεναγμοί,λυγμοί,γκρίνια,φωνές,φασαρία,γκρίνια,μουρμουρά

ουρλιαχτά,κραυγές,κραυγές,κραυγές,ουρλιαχτά,κλάματα,ουρλιάζει,κλήσεις,βρυχάται,ριπές

mewing (up) => νιαούρισμα (πάνω), mewed (up) => τειχίσω, mew (up) => νιαούρισμα (πάνω), metrosexual => μετροσέξουαλ, metropolitans => μητροπολίτες,