Greek Meaning of meisters

μάστορες

Other Greek words related to μάστορες

Definitions and Meaning of meisters in English

meisters

one who is knowledgeable about something specified

FAQs About the word meisters

μάστορες

one who is knowledgeable about something specified

δάσκαλοι,βιρτουόζοι,Βιρτουόζοι,ειδικοί,καλλιτέχνες,εμπειρογνώμονες,γκουρού,μαέστροι,μελετητές,μάγοι

μαθητευόμενοι,αρχάριοι,νεόφυτοι,μη εμπειρογνώμονες,αρχάριοι,ερασιτέχνες,λαϊκοί,φλύαρους,ερασιτέχνες,άπειροι

meister => maestro, meioses => Μείωση, megastars => μεγαλοαστέρια, megastardom => Μεγασταρ, megastar => μεγαλοστάρ (megalostár),