FAQs About the word masquerading (as)

προσποιούμενος (ως)

χλευαστικός,παίζοντας,προσποιούμενος (ότι),Υποκριτική,Μιμούμενος (masc. sing.),Προσποιούμαι ότι είμαι κάποιος,υποδυόμενος,απεικονίζοντας,μίμηση,αντιγραφή

No antonyms found.

masquerades => μεταμφιέσεις, masqueraded (as) => Μεταμφιεσμένος (ως), masquerade (as) => (μεταμφιέζομαι (ως)), masks => μάσκες, mashes => πουρές,