Greek Meaning of Main Streets
Κεντρικοί δρόμοι
Other Greek words related to Κεντρικοί δρόμοι
- στενά δρομάκια
- στενοί δρόμοι
- κεντρικοί δρόμοι
- δευτερεύοντες δρόμοι
- δευτερεύοντες δρόμοι
- παράδρομοι
- μέσω δρόμων
- σοκάκια
- σοκάκια
- περιφερειακοί δρόμοι
- Υποκαταστήματα
- δευτερεύουσες διαδρομές
- προεξοχές
- διασταύρωση
- λωρίδες κυκλοφορίας
- Πάρκα
- Περιφερειακοί δρόμοι
- χωματόδρομοι
- Στροφές
- αυτοκινητόδρομοι
- αυτοκινητόδρομοι
- αυτοκινητόδρομοι
- αυτοκινητόδρομος
- παρακάμπτει
- Ανάχωμα
- κύκλοι
- κλείνει
- Νεκρά σημεία
- Αυτοκινητόδρομος
- διακρατικός
- σοκάκια
- στάβλοι
- Αυτοκινητόδρομοι
- μέρη
- αυτοκινητόδρομοι
Nearest Words of Main Streets
Definitions and Meaning of Main Streets in English
Main Streets
the sections of a country centering about its small towns, a place or environment characterized by materialistic self-complacent provincialism, middle america sense 3, the principal street of a small town
FAQs About the word Main Streets
Κεντρικοί δρόμοι
the sections of a country centering about its small towns, a place or environment characterized by materialistic self-complacent provincialism, middle america s
στενά δρομάκια,στενοί δρόμοι,κεντρικοί δρόμοι,δευτερεύοντες δρόμοι,δευτερεύοντες δρόμοι,παράδρομοι,μέσω δρόμων,σοκάκια,σοκάκια,περιφερειακοί δρόμοι
No antonyms found.
main man => Κύριος άνθρωπος, maims => κακοποιεί, mails => μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, maidservants => υπηρέτριες, maids => υπηρέτριες,