Greek Meaning of dual carriageways

Αυτοκινητόδρομος

Other Greek words related to Αυτοκινητόδρομος

Definitions and Meaning of dual carriageways in English

dual carriageways

a divided highway

FAQs About the word dual carriageways

Αυτοκινητόδρομος

a divided highway

αρτηρίες,δόρυ,δρόμοι,αυτοκινητόδρομοι,αυτοκινητόδρομοι,αυτοκινητόδρομοι,αυτοκινητόδρομος,λεωφόροι,περιφερειακοί δρόμοι,παρακάμπτει

No antonyms found.

du jour => ημερήσιου, dry-cleans => στεγνό καθαρίζει, dry-cleaning => στεγνό καθάρισμα, dry-clean => Στεγνό καθάρισμα, dryads => Οι δρυάδες,