Greek Meaning of mailable
ελατό
Other Greek words related to ελατό
Nearest Words of mailable
- mail train => Ταχυδρομικό τρένο
- mail slot => Γραμματοκιβώτιο
- mail service => Ταχυδρομική υπηρεσία
- mail pouch => ταχυδρομικός σάκος
- mail out => ταχυδρομείο
- mail order => Ταχυδρομική παραγγελία
- mail fraud => Απάτη αλληλογραφίας
- mail clerk => Ταχυδρόμος
- mail carrier => ταχυδρόμος
- mail car => ταχυδρομικό όχημα
Definitions and Meaning of mailable in English
mailable (a.)
Admissible lawfully into the mail.
FAQs About the word mailable
ελατό
Admissible lawfully into the mail.
αποστολής,μεταβιβάσιμο,μεταβιβάσιμο,μεταφερόμενος,Διευθυνσήσιμος,μεταδοτικός
απαιτήσεις
mail train => Ταχυδρομικό τρένο, mail slot => Γραμματοκιβώτιο, mail service => Ταχυδρομική υπηρεσία, mail pouch => ταχυδρομικός σάκος, mail out => ταχυδρομείο,