FAQs About the word mailable

ελατό

Admissible lawfully into the mail.

αποστολής,μεταβιβάσιμο,μεταβιβάσιμο,μεταφερόμενος,Διευθυνσήσιμος,μεταδοτικός

απαιτήσεις

mail train => Ταχυδρομικό τρένο, mail slot => Γραμματοκιβώτιο, mail service => Ταχυδρομική υπηρεσία, mail pouch => ταχυδρομικός σάκος, mail out => ταχυδρομείο,