Greek Meaning of machinations
μηχανορραφίες
Other Greek words related to μηχανορραφίες
- συνωμοσίες
- ίντριγκες
- οικόπεδα
- σχήματα
- σχέδια
- Μανιπουλασιόν
- στρατηγικές
- προφάσεις
- κόλπα
- τεχνάσματα
- ίντριγκες
- Συνωμοσίες
- συνενοχή
- συνομοσπονδίες
- συνωμοσίες
- τεχνάσματα
- αντισυνωμοσίες
- αντισυνωμοσίες
- αντεπιθέσεις
- κουκουλώματα
- αποφεύγει
- προσχέδια
- Πλαισιώσεις (pl.)
- τεχνάσματα
- Κατόψεις
- ελιγμοί
- προγράμματα
- ρακέτες
- στρατηγήματα
- συστήματα
- κόλπα
Nearest Words of machinations
- machinator => μηχανορράφος
- machine => Μηχάνημα
- machine bolt => Μπουλόνι μηχανής
- machine code => Κώδικας μηχανής
- machine gun => Πολυβόλο
- machine gunner => πολυβολητής
- machine language => γλώσσα μηχανής
- machine operation => Λειτουργία μηχανής
- machine politician => Μηχανικός πολιτικός
- machine readable => Αναγνώσιμο από μηχανή
Definitions and Meaning of machinations in English
machinations
a scheming or crafty action or artful design intended to accomplish some usually evil end, an act of machinating
FAQs About the word machinations
μηχανορραφίες
a scheming or crafty action or artful design intended to accomplish some usually evil end, an act of machinating
συνωμοσίες,ίντριγκες,οικόπεδα,σχήματα,σχέδια,Μανιπουλασιόν,στρατηγικές,προφάσεις,κόλπα,τεχνάσματα
No antonyms found.
machination => Ραδιουργία, machinating => μηχανορραφώντας, machinated => μακιαβελικός, machinate => μηχανεύω, machinal => μηχανικός,