Greek Meaning of lunch
γεύμα
Other Greek words related to γεύμα
- πρωινό
- Μπουφές
- δείπνο
- Γεύμα
- αναψυκτικά
- Σνακ
- δείπνο
- τσάι
- σανίδα
- τρώω
- διαλογή
- ταΐζω
- μενού
- γεύμα
- σερβίρισμα
- Σουηδικός μπουφές
- τραπέζι
- ψήνω
- τραπέζωμα
- Μπάρμπεκιου
- μπάρμπεκιου
- δάγκωμα
- Μπαρμπεκιου με όστρακα
- μπάρμπεκιου
- γιορτή
- τηγανίζω
- Τηγανητά
- γουλιά
- λάου
- ακαταστασία
- μπουκιά
- πικνίκ
- κοινό τραπέζι
- ανάκλαση
- ψήσιμο
- γεύση
Nearest Words of lunch
- lunch meat => Κατεψυγμένα κρέατα
- lunch meeting => Συνάντηση γεύματος
- lunch period => διάλειμμα γεύματος
- lunched => γευμάτισε
- luncheon => Γεύμα
- luncheon meat => κονσερβοποιημένα κρέατα
- luncheon meeting => Επαγγελματικό γεύμα
- luncheon voucher => δελτίο γεύματος
- luncher => μεσημεριανός
- lunching => Γεύμα
Definitions and Meaning of lunch in English
lunch (n)
a midday meal
lunch (v)
take the midday meal
provide a midday meal for
lunch (n.)
A luncheon; specifically, a light repast between breakfast and dinner.
lunch (v. i.)
To take luncheon.
FAQs About the word lunch
γεύμα
a midday meal, take the midday meal, provide a midday meal forA luncheon; specifically, a light repast between breakfast and dinner., To take luncheon.
πρωινό,Μπουφές,δείπνο,Γεύμα,αναψυκτικά,Σνακ,δείπνο,τσάι,σανίδα,τρώω
δίαιτα,γρήγορος
lunation => σεληνιακός μήνας, lunatic fringe => Παράφρονες περιθωριακοί, lunatic => τρελός, lunated => σεληνόσχημος, lunate bone => Σεληνοειδές οστό,