Greek Meaning of luck
τύχη
Other Greek words related to τύχη
- αντιξοότητα
- Κατάρα
- καταστροφή
- χτυπάω
- ατύχημα
- κακοτυχία
- Ατυχία
- ατύχημα
- Θλίψη
- Τραγωδία
- πρόβλημα
- ατύχημα
- Καταστροφή
- θύμα
- κατακλυσμός
- καταστροφή
- καταστροφή
- ήττα
- μοίρα
- Απογοήτευση
- αποτυχία
- μοίρα
- ανατροπή
- αντίστροφο
- οπισθοχώρηση
- γρουσουζιά
- περίσταση
- χάρος
- σιγοβράζω
- Δεκαεξαδικός
- γκαντεμιά
- λάθος
- απογοήτευση
- πολύ
- Μη επίτευξη
- μερίδα
- Καταστροφή
- αποτυχία
- λάθος
Nearest Words of luck
- lucius tarquinius superbus => Λεύκιος Ταρκύνιος ο Υπερήφανος
- lucius dubignon clay => Λούσιους Ντουμπίνιον Κλέι
- lucius cornelius sulla felix => Λεύκιος Κορνήλιος Σύλλας Φήλιξ
- lucius clay => Λούσιους Κλέι
- lucius annaeus seneca => Λεύκιος Aνναίος Σενέκας
- lucite => Λουσίτης
- lucimeter => Φωτόμετρο
- lucille ball => Λουσίλ Μπολ
- lucilia => Lucilia
- lucifugous => φωτοφοβικός
Definitions and Meaning of luck in English
luck (n)
your overall circumstances or condition in life (including everything that happens to you)
an unknown and unpredictable phenomenon that causes an event to result one way rather than another
an unknown and unpredictable phenomenon that leads to a favorable outcome
luck (n.)
That which happens to a person; an event, good or ill, affecting one's interests or happiness, and which is deemed casual; a course or series of such events regarded as occurring by chance; chance; hap; fate; fortune; often, one's habitual or characteristic fortune; as, good, bad, ill, or hard luck. is often used for good luck; as, luck is better than skill.
FAQs About the word luck
τύχη
your overall circumstances or condition in life (including everything that happens to you), an unknown and unpredictable phenomenon that causes an event to resu
τύχη,τύχη,ευκαιρία,τύχη,χτύπημα,τύχη,ευκαιρία,σερενδιπιτικότητα,ευλογία,δώρο
αντιξοότητα,Κατάρα,καταστροφή,χτυπάω,ατύχημα,κακοτυχία,Ατυχία,ατύχημα,Θλίψη,Τραγωδία
lucius tarquinius superbus => Λεύκιος Ταρκύνιος ο Υπερήφανος, lucius dubignon clay => Λούσιους Ντουμπίνιον Κλέι, lucius cornelius sulla felix => Λεύκιος Κορνήλιος Σύλλας Φήλιξ, lucius clay => Λούσιους Κλέι, lucius annaeus seneca => Λεύκιος Aνναίος Σενέκας,