Greek Meaning of ken.
ken.
Other Greek words related to ken.
- έλλειψη
- Αναπηρία
- αδυναμία
- ανικανότητα
- ανικανότητα
- ανικανότητα
- ανικανότητα
- ανικανότητα
- ανικανότητα
- ανικανότητα
- παράλυση
- ανικανότητα
- αδυναμία
- ατέλεια
- ανικανότητα
- ανεπάρκεια
- αναπηρία
- αναποτελεσματικότητα
- αναποτελεσματικότητα
- αναποτελεσματικότητα
- Ανωφελήτοτητα
- αποδυνάμωση
- αναπηρία
- ανεπάρκεια
- ανικανότητα
- αναποτελεσματικότητα
- αναποτελεσματικότητα
Nearest Words of ken.
- kenaf => κέναφ
- kenai fjords national park => Εθνικό Πάρκο Kenai Fjords
- kenalog => Κέναλογκ
- kendal => Κένταλ
- kendal green => Κένταλ γκριν
- kendall => Κένταλ
- kendall partial rank correlation => Συντελεστής συσχέτισης μερικής κατάταξης του Κένταλ
- kendall rank correlation => Συντελεστής συσχέτισης τάξεων Kendall
- kendall test => Δοκιμή Kendall
- kendall's tau => Ταυ Κένταλ
Definitions and Meaning of ken. in English
FAQs About the word ken.
Definition not available
Τοπίο,όραση,προοπτική,Σκηνή,τοπίο,προβολή,Οπτικό πεδίο,εντολή,προοπτική,πανοράμα
έλλειψη,Αναπηρία,αδυναμία,ανικανότητα,ανικανότητα,ανικανότητα,ανικανότητα,ανικανότητα,ανικανότητα,ανικανότητα
ken russell => Κεν Ράσελ, ken kesey => Κεν Κέσεϊ, ken elton kesey => Κεν Έλτον Κίσι, kempty => άδειο, kempt => Καλοχτενισμένος,