Greek Meaning of ineffectuality
αναποτελεσματικότητα
Other Greek words related to αναποτελεσματικότητα
Nearest Words of ineffectuality
- ineffectual => αναποτελεσματικός
- ineffectiveness => αναποτελεσματικότητα
- ineffectively => αναποτελεσματικά
- ineffective => αναποτελεσματικός
- ineffectible => αναποτελεσματικός
- ineffaceably => Ανεξίτηλο
- ineffaceable => ανεξίτηλος
- ineffably => ανέκφραστο
- ineffableness => ανεκφραστότητα
- ineffable => ανέκφραστος
- ineffectually => αναποτελεσματικά
- ineffectualness => αναποτελεσματικότητα
- ineffervescence => Αναφερεντικότητα
- ineffervescent => Αεριώδες
- ineffervescibility => Ανεπτυσσόμενο
- ineffervescible => Μη αφρώδης
- inefficacious => αναποτελεσματικός
- inefficaciously => αναποτελεσματικά
- inefficaciousness => αναποτελεσματικότητα
- inefficacy => αναποτελεσματικότητα
Definitions and Meaning of ineffectuality in English
ineffectuality (n)
lacking the power to be effective
ineffectuality (n.)
Ineffectualness.
FAQs About the word ineffectuality
αναποτελεσματικότητα
lacking the power to be effectiveIneffectualness.
ανικανότητα,ανικανότητα,αναποτελεσματικότητα,αναποτελεσματικότητα,αναποτελεσματικότητα,αναποτελεσματικότητα,ανεπάρκεια,ανικανότητα,ανικανότητα,ανικανότητα
αποτελεσματικότητα,αποδοτικότητα,αποτελεσματικότητα,αποτελεσματικότητα
ineffectual => αναποτελεσματικός, ineffectiveness => αναποτελεσματικότητα, ineffectively => αναποτελεσματικά, ineffective => αναποτελεσματικός, ineffectible => αναποτελεσματικός,