Greek Meaning of job action
Συνδικαλιστική δράση
Other Greek words related to Συνδικαλιστική δράση
Nearest Words of job action
Definitions and Meaning of job action in English
job action (n)
a temporary action by workers to protest management decision or to make demands
FAQs About the word job action
Συνδικαλιστική δράση
a temporary action by workers to protest management decision or to make demands
Κάτσε κάτω,επιβράδυνση,Συμπαθητική απεργία,απεργία συμπαράστασης,αργός,αποκλεισμός,Απουσία λόγω ασθένειας,κάθομαι,Απεργία,απεργία
No antonyms found.
job => εργασία, joao pessoa => Ζοάο Πεσόα, joan sutherland => Τζόαν Σάδερλαν, joan of arc => Ζαν ντ' Αρκ, joan miro => Ζοάν Μιρό,