FAQs About the word jailor

δεσμοφύλακας

someone who guards prisoners

Απαγωγέας,θεματοφύλακας,κηδεμόνας,Τερματοφύλακας,μαρσάλ,Διευθυντής φυλακής,Φύλακας,Στρατάρχης,απαγωγέας,απαγωγέας

Αιχμάλωτος,σύλληψη,κρατούμενος,Κρατούμενος,κατάδικος,συγκατηγορούμενος,κρατούμενος

jailhouse => φυλακή, jailer => δεσμοφύλακας, jailed => φυλακισμένος, jailbreak => Jailbreak, jailbird => κρατούμενος,