Greek Meaning of irredentism
αλυτρωτισμός
Other Greek words related to αλυτρωτισμός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of irredentism
- irredenta => αλυτρωτισμός
- irredeemable => ανεπανόρθωτος
- irredeemability => μη εξαγοράσιμος
- irrecusable => απαράδεκτο
- irrecured => ανίατος
- irrecuperable => ανεπανόρθωτος
- irrecoverable => ανεπανόρθωτος
- irrecordable => μη καταγεγραμμένος
- irreconciliation => ασυμβιβαστικότητα
- irreconcilement => Ασυμφιλίωση
- irredentist => αλυτρωτικός
- irreducibility => Ανεπανάληπτοτητα
- irreducible => ανεπίδεκτος αναγωγής
- irreflection => αντανάκλασι
- irreflective => μη ανακλαστικός
- irrefragability => αναντίρρητη αλήθεια
- irrefragable => αδιαμφισβήτητος
- irrefrangibility => αναντίρρητη αλήθεια
- irrefrangible => άθραυστος
- irrefromable => αναμάρτητος
Definitions and Meaning of irredentism in English
irredentism (n)
the doctrine that irredenta should be controlled by the country to which they are ethnically or historically related
FAQs About the word irredentism
αλυτρωτισμός
the doctrine that irredenta should be controlled by the country to which they are ethnically or historically related
No synonyms found.
No antonyms found.
irredenta => αλυτρωτισμός, irredeemable => ανεπανόρθωτος, irredeemability => μη εξαγοράσιμος, irrecusable => απαράδεκτο, irrecured => ανίατος,