Greek Meaning of intractableness
απροσηγορία
Other Greek words related to απροσηγορία
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of intractableness
- intractable => αδάμαστος
- intractability => δυσκολία
- intracranial cavity => Ενδοκρανιακή κοιλότητα
- intracranial aneurysm => Εγκεφαλικό ανεύρυσμα
- intracranial => ενδοκρανιακό
- intracolic => ενδοκολικός
- intracerebral => ενδοεγκεφαλικός
- intracellular fluid => Ενδοκυτταρικό υγρό
- intracellular => ενδοκυτταρικός
- intracapsular surgery => Ενδοκαψική επέμβαση
- intractably => δυσμετάβλητα
- intractile => ανένδοτος
- intracutaneous => ενδοδερμική
- intradepartmental => Ενδοϋπουργικός
- intradermal => ενδοδερμική
- intradermal injection => Ενδοδερμική ένεση
- intradermal test => ενδοδερμική δοκιμή
- intradermally => ενδοδερμικά
- intradermic => ενδοδερμική
- intrados => Ενδοβαθμίδα
Definitions and Meaning of intractableness in English
intractableness (n)
the trait of being hard to influence or control
FAQs About the word intractableness
απροσηγορία
the trait of being hard to influence or control
No synonyms found.
No antonyms found.
intractable => αδάμαστος, intractability => δυσκολία, intracranial cavity => Ενδοκρανιακή κοιλότητα, intracranial aneurysm => Εγκεφαλικό ανεύρυσμα, intracranial => ενδοκρανιακό,