Greek Meaning of interstratified
διαστρωμένο
Other Greek words related to διαστρωμένο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of interstratified
- interstratification => Διεστρωμάτωση
- interstition => Ενδιάμεσος
- interstitial tissue => Ενδιάμεσος ιστός
- interstitial pneumonia => Ενδιάμεση πνευμονία
- interstitial plasma cell pneumonia => Ενδιάμεση πνευμονία από πλασμακύτταρα
- interstitial fluid => Υγρό εσωτερικών χώρων
- interstitial => διάμεσος
- interstinctive => ενστικτώδης
- interstices => κενά
- intersticed => μεσοδιάστιχος
Definitions and Meaning of interstratified in English
interstratified (a.)
Stratified among or between other bodies; as, interstratified rocks.
FAQs About the word interstratified
διαστρωμένο
Stratified among or between other bodies; as, interstratified rocks.
No synonyms found.
No antonyms found.
interstratification => Διεστρωμάτωση, interstition => Ενδιάμεσος, interstitial tissue => Ενδιάμεσος ιστός, interstitial pneumonia => Ενδιάμεση πνευμονία, interstitial plasma cell pneumonia => Ενδιάμεση πνευμονία από πλασμακύτταρα,