Greek Meaning of interstitial pneumonia
Ενδιάμεση πνευμονία
Other Greek words related to Ενδιάμεση πνευμονία
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of interstitial pneumonia
- interstitial plasma cell pneumonia => Ενδιάμεση πνευμονία από πλασμακύτταρα
- interstitial fluid => Υγρό εσωτερικών χώρων
- interstitial => διάμεσος
- interstinctive => ενστικτώδης
- interstices => κενά
- intersticed => μεσοδιάστιχος
- interstice => διάκενο
- intersternal => διαστερνικός
- interstellary => διαστρικός
- interstellar space => Διαστρικός χώρος
- interstitial tissue => Ενδιάμεσος ιστός
- interstition => Ενδιάμεσος
- interstratification => Διεστρωμάτωση
- interstratified => διαστρωμένο
- interstratify => παρεμβάλλω στρώματα
- intertalk => intertalk
- intertangle => μπερδεμένος
- intertarsal => Μεσάρτιος
- intertex => Διακειμενικότητα
- intertexture => διαπλοκή
Definitions and Meaning of interstitial pneumonia in English
interstitial pneumonia (n)
chronic lung disease affecting the interstitial tissue of the lungs
FAQs About the word interstitial pneumonia
Ενδιάμεση πνευμονία
chronic lung disease affecting the interstitial tissue of the lungs
No synonyms found.
No antonyms found.
interstitial plasma cell pneumonia => Ενδιάμεση πνευμονία από πλασμακύτταρα, interstitial fluid => Υγρό εσωτερικών χώρων, interstitial => διάμεσος, interstinctive => ενστικτώδης, interstices => κενά,