FAQs About the word inselberg

inselberg

an isolated mountain

οροσειρά,πόμολο,Οροσειρά,Υφαλοβουνό,πριόνι,κέρατο,τοποθετώ,βουνό,κορυφή βουνού,κορυφή

λεκάνη,μπολ,κατάθλιψη,κοιλάδα,κούφιος,κοιλάδα

insects => έντομα, insecticides => εντομοκτόνα, insculping => Χάραξη, insculped => χαραγμένος, inscriptions => επιγραφές,