Greek Meaning of inquire (into)
ρωτάω (για)
Other Greek words related to ρωτάω (για)
Nearest Words of inquire (into)
Definitions and Meaning of inquire (into) in English
inquire (into)
to gather or collect information about (something)
FAQs About the word inquire (into)
ρωτάω (για)
to gather or collect information about (something)
εμβαθύνω (σε κάτι),Σκάβω (σε),εξετάζω,εξερευνώ,Διερευνώ,κοίτα (κάτι),καταχώρηση,ελέγχω,ελέγχω,ανιχνευτής
No antonyms found.
inquests => Έρευνες, inoffensiveness => αβλαβή, innumeracy => αριθμητική δυσκαμψία, inns => πανδοχεία, innovatory => καινοτομικός,