FAQs About the word inlaw

Γαμπρός

To clear of outlawry or attainder; to place under the protection of the law.

κλάνος,ξάδελφος/ξαδέλφη,οικογένεια,σπίτι,γενιά,άνθρωποι,αγώνας,φυλή,Αίμα,λαϊκός

μη σχετικός

inlard => σοβαρός, inlapidate => Δεν απαιτείται, inlandish => ενδοχώρα, inlander => Ενδοχώρας, inland sea => Εσωτερική θάλασσα,