FAQs About the word indigenously

ιθαγενής

in an indigenous manner

ιθαγενής,Γηγενής,αυτόχθον,Εσωτερικός,ενδημικός,Τοπικός,γεννημένος,πρωτότυπο,περιφερειακός

εξωγήινος,Εξωτικός,ξένος,εισήχθη,μη αυτόχθον,μη ντόπιο,ομογενής,μετανάστης,εισαγόμενος,περίεργο

indigenous language => Γηγενής γλώσσα, indigenous => Αυτοχθόνας, indigene => Αυτοχθονικός, indigency => φτώχεια, indigence => φτώχεια,